Saturday, February 19, 2011

Millennium Development Goals 2015 - Ensure Environmental Sustainability


Εργασία των:

Σοφία Ζυγούμη

Δέσποινα Μοσχονά

Βασίλη-Ιωάννη Μούσκα

 

 


 

Goal 7: Ensure Environmental Sustainability

(Εξασφάλιση περιβαλλοντικής βιωσιμότητας)


Στόχος 1ος
«Ενσωμάτωση των αρχών της αειφόρου ανάπτυξης στις εθνικές πολιτικές και τα προγράμματα και η αναστροφή της απώλειας των περιβαλλοντικών πόρων.»

Το ποσοστό της αποψίλωσης των δασών δείχνει να υποχωρεί, αλλά εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά υψηλό.
Υπάρχουν πολλά διαγράμματα με δασικές εκτάσεις που μειώθηκαν κατά την 20ετία 1990-2010 σε Ωκεανία, ΝΑ Ασία, Λατινική Αμερική και Καραϊβική. Την τελευταία δεκαετία μάλιστα παρατηρήθηκε ότι 13 εκ. εκτάρια δασών διεθνώς, χάνονται ετησίως. Τα προγράμματα αναδασώσεων πρόσθεσαν 7 εκ. εκτάρια νέων δασών ετήσια. Έτσι η απώλεια εδαφικών εκτάσεων μειώθηκε κατά 5,2 εκ. εκτάρια ετήσια συγκριτικά με το 8,3 που ήταν τη δεκαετία 1990-2000.

   Μια αποφασιστική απάντηση στην κλιματική αλλαγή χρειάζεται επειγόντως.
Το 2007 οι παγκόσμιες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα έφτασαν τα 30 δις. μετρικούς τόνους, αύξηση κατά 3,2% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Συνολικά 35% αύξηση από το 1990. Το 2008-2009 παρουσιάστηκε μείωση λόγω της οικονομικής κρίσης σε εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, αλλά εκτιμάται πως θα ανακάμψει και μέχρι το τέλος του 2020 θα φτάσει το 65% , μια πολύ σημαντική επιρροή του κλιματικού παγκόσμιου συστήματος. Οι διαπραγματεύσεις τις προηγούμενης χρονιάς υπό το UN Framework Convention on Climate Change επέφεραν κάποια αποτελέσματα αλλά είναι ακόμη πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν για να επιλυθεί το πρόβλημα.

 Η απαράμιλλη επιτυχία του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ δείχνει ότι η δράση για την αλλαγή του κλίματος είναι στο χέρι μας.
Στις 16 Σεπτέμβρη 2009, 196 κράτη μέλη υπέγραψαν το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ δημιουργώντας την πρώτη συνθήκη ώστε να επιτύχουν παγκόσμια επικύρωση. Όλες οι κυβερνήσεις είναι τώρα νόμιμα υποχρεωμένες να μειώσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα σύμφωνα με τα όρια του Πρωτοκόλλου. Το 2010 είναι και επίσημα η αρχή ενός κόσμου χωρίς ελεύθερη εκπομπή χλωροφθορανθράκων. Χάρη σε αυτό το Πρωτόκολλο μάλιστα μειώθηκε το φαινόμενο του θερμοκηπίου.




Στόχος 2ος
«Μείωση της βιοποικιλότητας και επίτευξη ως το 2010 μιας σημαντικής μείωσης του ρυθμού απώλειας.»


Ο κόσμος έχει χάσει το στόχο του 2010 για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, με δυνητικά σοβαρές συνέπειες.
Σχεδόν 17.000 είδη φυτών και ζώων είναι γνωστό ότι απειλούνται με εξαφάνιση. Με βάση
τις τρέχουσες τάσεις, η απώλεια των ειδών θα συνεχιστεί κατά τη διάρκεια αυτού του
αιώνα,με αυξανόμενο κίνδυνο δραματικών μεταβολών στα οικοσυστήματα. Παρά τις
αυξημένες επενδύσεις στο σχεδιασμό της διατήρησης και της δράσης,    οι κυριότεροι
παράγοντες της απώλειας της βιοποικιλότητας, -συμπεριλαμβανομένων     των υψηλών
ποσοστών κατανάλωσης, απώλειας φυσικού περιβάλλοντος, ρύπανσης   και κλιματικών
αλλαγών- δεν έχουν ακόμη  αντιμετωπιστεί επαρκώς. Η  βιοποικιλότητα είναι ζωτικής
σημασίας για την ευημερία του ανθρώπου, δεδομένου ότι υποστηρίζει ένα ευρύ φάσμα
υπηρεσιών για τα οικοσυστήματα. 

Καθοριστικής σημασίας ενδιαιτήματα για τα απειλούμενα είδη, το οποία δεν προστατεύονται επαρκώς.
Αν και 12% του εδάφους του πλανήτη και σχεδόν 1% της θαλάσσιας περιοχής είναι επί του παρόντος υπό προστασία, άλλοι τομείς ζωτικής σημασίας για τη βιοποικιλότητα του πλανήτη δεν διαφυλάσσονται καταλλήλως ακόμα. Το 2009, μόνο οι μισές από 821 επίγειες οικοπεριοχές στον κόσμο – μεγάλες περιοχές με χαρακτηριστικούς συνδυασμούς ειδών οικοτόπων- είχαν πάνω από 10% της περιοχής τους προστατευμένη. Σύμφωνα με τη Σύμβαση για τη Βιοποικιλότητα, το ένα δέκατο των περιοχών όλων αυτών των οικοπεριφερειών θα έπρεπε να είχαν τεθεί υπό προστασία έως το 2010. Η πρόοδος σε βασικούς τομείς της βιοποικιλότητας έχει γίνει, αλλά δεν γίνεται αρκετά γρήγορα.

Ο αριθμός των ειδών που κινδυνεύουν να εκλείψουν αυξάνεται μέρα με τη μέρα, ειδικά στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Η Κόκκινη Λίστα της IUCN Index- η οποία διαγράφει το ποσοστό των ειδών αναμένεται να συνεχίσει να υπάρχει στο άμεσο

μέλλον, ελλείψει συμπληρωματικών δράσεων για τη διατήρηση- δείχνει ότι όλο και περισσότερα είδη οδηγούνται στον εξαφανισμό παρά προς τη  βελτίωση της κατάστασής τους. Τα θηλαστικά είναι πιο απειλούμενα από τα πτηνά. Και για τις δύο ομάδες, τα είδη στις αναπτυσσόμενες περιοχές είναι πιο απειλούμενα και η κατάστασή τους επιδεινώνεται πιο γρήγορα από ότι τα είδη στις ανεπτυγμένες περιφέρειες.

Η υπερεκμετάλλευση των παγκόσμιων αλιευτικών έχει σταθεροποιηθεί, αλλά δύσκολες προκλήσεις εξακολουθούν να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητά τους.
 Η παγκόσμια παραγωγή της υπεραλιείας κορυφώθηκε το 1997,  σε 88,4 εκατομμύρια μετρικούς τόνους και έκτοτε μειώθηκε ελαφρά, σε περίπου 83,5 εκατομμύρια μετρικούς τόνους το 2006. Το ποσοστό της υπερεκμετάλλευσης, αυξήθηκε και η ανάκτηση των αποθεμάτων παρέμεινε σχετικά σταθερή κατά τα τελευταία 10 χρόνια, κατά 28% περίπου. Ωστόσο, η αναλογία υπερεκμεταλλευόμενων ψαριών και μέτριας εκμετάλλευσης αποθεμάτων μειώνεται συνεχώς. Μόνο περίπου το 20% των αποθεμάτων ήταν η μέτρια εκμετάλλευση, με τη δυνατότητα όμως αύξησής της.


Στόχος 3ος
«Έως το 2015, να μειωθεί στο μισό το ποσοστό του πληθυσμού που δεν έχουν πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό και σε βασικές εγκαταστάσεις υγιεινής.»

Ο κόσμος βρίσκεται σε καλό δρόμο για την εξασφάλιση του πόσιμου νερού, αν και απομένουν ακόμα να γίνουν πολλά σε ορισμένες περιοχές.
Εκτιμάται ότι το 86% του πληθυσμού στις αναπτυσσόμενες περιοχές θα έχουν αποκτήσει πρόσβαση σε βελτιωμένες πηγές πόσιμου νερού. Σε τέσσερις περιφέρειες, τη Βόρεια Αφρική, τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική, την Ανατολική Ασία και τη Νοτιοανατολική Ασία έχει ήδη επιτευχθεί ο στόχος. Η μεγαλύτερη πρόοδος σημειώθηκε στην Ανατολική όπου η πρόσβαση σε πόσιμο νερό βελτιώθηκε κατά 30% την περίοδο 1990-2008. Παρόλο που και στην Υποσαχάρια Αφρική έγινε επέκταση της κάλυψης του νερού, μόνο το 60% εξυπειρετείται, ενώ στην περιοχή της Ωκεανίας η κάλυψη παραμένει τα τελευταία 20 χρόνια στο 50%. Σε όλες τις περιοχές, σημειώθηκε πρόοδος κατά κύριο λόγο στις αγροτικές περιοχές, καθώς αυξήθηκε από 60% το 1990 σε 76% το 2008, στοιχείο που μείωσε το χάσμα μεταξύ αγροτικών και αστικών περιοχών.






Χρειάζονται γρήγορες και στοχευμένες προσπάθειες για εξασφαλίσουν πλέον όλα τα αγροτικά νοικοκυριά πόσιμο νερό.
Παρά τη γενική πρόοδο που σημειώθηκε στην κάλυψη του πόσιμου νερού, οι αγροτικές περιοχές παραμένουν σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τις αναπτυσσόμενες. Μεγάλες διαφορές στην Ωκεανία και την Υποσαχάρια Αφρική. Αλλά σε μειονεκτική θέση βρίσκονται και οι αγροτικές περιοχές που είχαν πετύχει υψηλή κάλυψη, όπως η Δυτική Ασία, η Λατινική Αμερική και η Καραϊβική. Το ποσοστό των ανθρώπων που απολαμβάνουν τα οφέλη του πόσιμου νερού είναι υπερδιπλάσιες στις αστικές περιοχές αφού αγγίζει το 79% σε σχέση με τις αγροτικές που βρίσκονται στο 34%. Σε παγκόσμια κλίμακα, 8 στους 10 ανθρώπους που δεν έχουν πρόσβαση σε νερό βρίσκονται σε αγροτικές περιοχές.


Η ασφαλής ύδρευση εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση για πολλά μέρη του κόσμου ακόμα και σήμερα.

Την τελευταία δεκαετία, επεκτάθηκε η δραστηριότητα της γεωργίας και της μεταποίησης, η οποία όχι μόνο αύξησε τη ζήτηση για νερό αλλά συνέβαλε στην ρύπανση των υδάτων. Επιπλέον, αρκετές περιοχές έχουν προβλήματα, μολύνσεις με ανόργανο αρσενικό, όπως το Μπαγκλαντές, η Κίνα και η Ινδία. Στο μέλλον, η ποιότητα των υδάτων θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην προσπάθεια προσέγγισης πόσιμου νερού. Γρήγοροι, αξιόπιστοι και οικονομικοί τρόποι πρέπει να βρεθούν για την μέτρηση της ποιότητας των υδάτων.


Με το μισό του πληθυσμού στις αναπτυγμένες χώρες, να μην έχουν αποχέτευση, ο στόχος του 2015 φαίνεται να είναι μακριά.
Με τον τρέχοντα ρυθμό προόδου, ο κόσμος θα χάσει το στόχο. Το 2008, περίπου 2,6 δισ. άνθρωποι σε όλο τον κόσμο στερήθηκαν την πρόσβαση σε βελτιωμένη εγκατάσταση αποχέτευσης. Αν η τάση αυτή συνεχιστεί ο αριθμός θα αυξηθεί μέχρι το 2015 στα 2,7 δις. Το 2008, 48% στις αναπτυσσόμενες περιοχές ήταν χωρίς βασική αποχέτευση. Η Υποσαχάρια Αφρική και η Νότια Ασία αντιμετώπιζαν το μεγαλύτερο πρόβλημα με ποσοστά  69% και 64% αντίστοιχα. Μεταξύ των πρακτικών υγιεινής, συναντάται μεγάλος κίνδυνος στην «ανοιχτή αφόδευση». Υπάρχει μια πτώση στο 25% στις περιοχές με το μεγαλύτερο πρόβλημα στην Υποσαχάρια Αφρική, ωστόσο δεν έχει μειωθεί αισθητά. Η «ανοιχτή αφόδευση» μπορεί να προκαλέσει ακόμα και θανατηφόρες συνέπειες στις ευάλωτες κοινωνικές μάζες. Απαιτείται, λοιπόν πολιτική βούληση για την κινητοποίηση των πόρων για να σταματήσει αυτό το φαινόμενο.


Οι διαφορές κάλυψης του προβλήματος αποχέτευσης σε αστικές και αγροτικές περιοχές παραμένουν αποθαρρυντικές.
Η μεγαλύτερη πρόοδος στην εξυγίανση έχει συμβεί στις αγροτικές περιοχές. Την περίοδο 1990-2008, η κάλυψη της αποχέτευσης για το σύνολο των αγροτικών περιοχών έχει αυξηθεί 43%, ενώ στις αστικές μόλις 5%. Στην Νότια Ασία η κάλυψη στις αστικές περιοχές αυξήθηκε από 56% σε 57%, ενώ στις αγροτικές από 13% σε 26%. Το χάσμα  ωστόσο μεταξύ των αγροτικών και αστικών περιοχών παραμένει τεράστια ειδικά στη Νότια Ασία, Υποσαχάρια Αφρική και Ωκεανία.


Βελτιώσεις στην υγιεινή παρακάμπτουν τους φτωχούς.
Ανάλυση ερευνών που πραγματοποιούνται τα έτη 2005-2008 δείχνει ότι το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού στην Υποσαχάρια Αφρική έχει σχεδόν πέντε φορές περισσότερες πιθανότητες να χρησιμοποιήσει ένα βελτιωμένο σύστημα αποχέτευσης σε σχέση με το φτωχότερο 20%. Τα ίδια στοιχεία δείχνουν ότι η «ανοιχτή αφόδευση» ασκείται από το 64% του πληθυσμού των φτωχότερων περιοχών. Ωστόσο, η εξυγίανση και το πόσιμο νερό δεν αποτελούν προτεραιότητες του εγχώριου προϋπολογισμού παρά τα τεράστια οφέλη για τη δημόσια υγεία, την ισότητα των φύλων, τη μείωση της φτώχειας και την οικονομική ανάπτυξη.




Στόχος 4ος
«Μέχρι το 2020, να έχει επιτευχθεί σημαντική βελτίωση στη ζωή τουλάχιστον 100εκατομμυρίων κατοίκων παραγκουπόλεων


Οι βελτιώσεις στις παραγκούπολεις, αν και σημαντικές αδυνατούν να συμβαδίσουν με τον αυξανόμενο ρυθμό των φτωχών στα αστικά κέντρα.
Κατά τα τελευταία δέκα χρόνια, το ποσοστό του αστικού πληθυσμού που ζουν σε παραγκούπολεις στον αναπτυσσόμενο κόσμο έχει μειωθεί σημαντικά. Από 39% το 2000 σε 33% το 2010. Σε παγκόσμια κλίμακα, αυτό είναι λόγος αισιοδοξίας. Το γεγονός ότι περισσότεροι από 200 εκατομμύρια κατοίκων παραγκουπόλεων έχει αποκτήσει πρόσβαση σε νερό, σύστημα αποχέτευσης και σε πιο κατάλληλα σπίτια δηλώνει ότι οι χώρες και δημοτικές αρχές κατέβαλαν  σημαντικές προσπάθειες να βελτιώσουν τις παραγκούπολεις, ενισχύοντας έτσι τις προοπτικές εκατομμυρίων ανθρώπων για να ξεφύγουν από τη φτώχεια, τις ασθένειες και τον αναλφαβητισμό. Ωστόσο, με απόλυτους όρους, ο αριθμός των κατοίκων παραγκουπόλεων στον αναπτυσσόμενο κόσμο είναι στην πραγματικότητα αυξανόμενος και θα συνεχίσει να αυξάνεται στο προσεχές μέλλον.
Ο αριθμός των κατοίκων των αστικών κέντρων που ζουν σε παραγκούπολεις εκτιμάται σήμερα σε 828 εκατομμύρια, σε σύγκριση με το 657 εκατομμύρια το 1990και 767 εκατομμύρια ευρώ το 2000. Επιπλέον, η πρόσφατη κρίση κατοικίας, η οποία συνέβαλε στην μεγαλύτερη χρηματοδοτική και οικονομική ύφεση, μπορεί να αντισταθμίσει την πρόοδο που σημειώθηκε από το 1990. Σε πολλές περιπτώσεις, οι δημόσιες αρχές επιδείνωσαν την κρίση στέγης λόγω της αποτυχίας σε τέσσερις βασικούς λόγους: την έλλειψη τίτλων γης και άλλων μορφών ασφαλούς θητείας, περικοπές των κονδυλίων για την επιδοτούμενη στέγαση για τους φτωχούς, έλλειψη αποθεμάτων γης που προορίζεται για τα χαμηλά εισοδηματικά στέγασης, η ανικανότητα να παρεμβαίνουν στην αγορά για τον έλεγχο της γης και την κερδοσκοπία.


Οι παραγκούπολεις παραμένουν πολλές στην υποσαχάρια Αφρική και αυξάνονται σε χώρες που πλήττονται από συγκρούσεις.
Μεταξύ των αναπτυσσόμενων περιφερειών, στην Υποσαχάρια Αφρική εκτιμάται ότι έχει τα υψηλότερα ποσοστά των αστικών παραγκουπόλεων, ακολουθούμενη από την Νότια Ασία. Λιγότερο από το 1/3 του πληθυσμού άλλων αναπτυσσόμενων περιοχών ζουν σε παραγκούπολεις.  Παρά τις προσπάθειες μερικών για την επέκταση των βασικών υπηρεσιών και την βελτίωση των συνθηκών στέγασης, η αδράνεια από άλλους έχει εμποδίσει τη συνολική  πρόοδο.
Αλλά η κατάσταση είναι ακόμα πιο κρίσιμη στις εμπόλεμες χώρες, όπου το ποσοστό των αστικών πληθυσμών που ζουν σε φτωχογειτονιές αυξήθηκε από το 64%εως 77%μεταξύ του 1990 και 2010. Ο αντίκτυπος των διαπλοκών αντανακλάται στην αυξανόμενη αναλογία των κατοίκων των παραγκουπόλεων στη Δυτική Ασία, κυρίως λόγω της επιδείνωσης των συνθηκών διαβίωσης στο Ιράκ. Εκεί, το ποσοστό κατοίκων που ζουν σε παραγκούπολεις τριπλασιάστηκαν -από 17% το 2000 (2,9 εκατομμύρια άτομα) σε 53% το 2010 (10,7 εκατομμύρια άτομα).



Σχετική Βιβλιογραφία:
http://www.un.org/millenniumgoals/environ.shtml

No comments:

Post a Comment